Η συγχώρεση και η προσφορά κάνουν καλό στην υγεία
Σοφία Ανδρεοπούλου, MSc
Ψυχολόγος – Παιδοψυχολόγος
Οι γιορτές πλησιάζουν και μαζί τους έρχονται και όλα εκείνα που τυπικά γίνονται κάθε χρόνο γιατί «πρέπει» ή γιατί «είθισται»: η αγάπη προς όλους, η συγχώρεση, η προσφορά σε όσους έχουν ανάγκη. Τα παιδιά στα σχολεία θα μαζέψουν τρόφιμα ή παιχνίδια για τα ορφανά, και κάποιοι ενήλικες θα θυμηθούν την ηλικιωμένη γειτόνισσα που είναι μόνη, ή τον άνεργο που ζητιανεύει στο φανάρι. Θα κάνουμε λοιπόν όλοι τις «καλές μας πράξεις» (πιθανώς και για να μη νιώθουμε ενοχές που ξοδεύουμε τόσα χρήματα για δώρα και διασκεδάσεις) και όταν οι γιορτές περάσουν, θα επιστρέψουμε στον μικρόκοσμό μας. Θα συνεχίσουμε να θυμώνουμε με τους ίδιους ανθρώπους που καθόλου δεν τους έχουμε συγχωρέσει. Και θα ξεχάσουμε όλους εκείνους που έχουν ανάγκη με την «λογική» σκέψη πως θα έπρεπε το κράτος να φροντίζει για εκείνους και πως εμείς ήδη πιεζόμαστε πολύ – δεν μπορούμε να προσφέρουμε και σε άλλους.
Η συγχώρεση, ωστόσο, και η προσφορά, είναι δύο έννοιες που δεν θα έπρεπε να τις θυμόμαστε μόνο τα Χριστούγεννα και να τις ξεχνάμε την 1η Ιανουαρίου γιατί και οι δύο είναι εξαιρετικά ωφέλιμες για εμάς σε όλη τη διάρκεια της χρονιάς. Ας δούμε το γιατί.
Η συγχώρεση: μια παρεξηγημένη έννοια
Όταν κάποιος μας βλάψει προφανώς όλοι βιώνουμε απογοήτευση, θλίψη ή οργή. Ωστόσο, πολλοί άνθρωποι μοιάζουν να κολλούν στα συναισθήματα αυτά για χρόνια, ακόμα κι αν έχουν βγάλει από τη ζωή τους το άτομο που φταίει. Τα συναισθήματα αυτά όμως τους βλάπτουν συχνά περισσότερο απ’ όσο τους είχε βλάψει η αρχική πράξη του «φταίχτη».
Σε πολλές έρευνες καταδεικνύεται ότι η διαρκής οργή προξενεί ποικίλα ψυχοσωματικά προβλήματα και θέματα υγείας, πέρα από το προφανές γεγονός ότι χαλάει τη διάθεσή μας και δυσκολεύει τις σχέσεις μας. Έτσι, αν κάποιος μου κάνει κακό και εγώ συνεχίσω για καιρό να κουβαλάω την οργή μέσα μου, είναι σαν να βλάπτω και εγώ ο ίδιος τον εαυτό μου.
Πολλοί άνθρωποι βέβαια θυμώνουν και μόνο στην ιδέα να συγχωρέσουν κάποιον που τους έβλαψε θεωρώντας πως έτσι είναι σαν να τον απαλλάσσουν από την ενοχή. «Άλλωστε», λένε, «πρέπει να ζητήσει συγγνώμη για να τον συγχωρέσω. Αφού δεν έχει παραδεχτεί το λάθος του, τότε πώς να τον συγχωρέσω;»
Και όμως – το να συγχωρέσεις τον άλλο δεν έχει πραγματικά σχέση με τον άλλο. Έχει σχέση μόνο με σένα. Δεν τον συγχωρείς επειδή εκείνος ζήτησε συγνώμη ή κατάλαβε το λάθος του. Τον συγχωρείς επειδή εσύ κατάλαβες πως δεν αξίζει να δαπανάς άλλη ενέργεια για εκείνον. Δεν τον συγχωρείς για να κάνεις καλό σε εκείνον – τον συγχωρείς για να κάνεις καλό σε σένα.
Αν εξακολουθώ για πολύ καιρό να ασχολούμαι με το άτομο που με έβλαψε, τότε του δίνω κι άλλο χρόνο από τη ζωή μου. Μου έκανε το κακό που μου έκανε στο παρελθόν και τώρα του δίνω την ευκαιρία να μου κάνει κι άλλο κακό γιατί επιτρέπω στην ανάμνηση του να καταστρέφει το παρόν μου. Όταν δεν τον συγχωρώ, ουσιαστικά βλάπτω τον εαυτό μου γιατί μένω προσκολλημένος στο παρελθόν αντί να ζω το παρόν.
Όταν δεν συγχωρώ:
-Κουβαλάω μόνιμα ένα βάρος
-Καθηλώνομαι στο παρελθόν και χάνω μεγάλο μέρος από το παρόν.
-Αφήνω το αρνητικό κομμάτι του παρελθόντος να υπερκαλύψει το θετικό.
-Εγκλωβίζω ενέργεια και χρόνο να ασχολούμαι με κάτι που δεν μπορώ πια να αλλάξω αφού έχει ήδη γίνει.
-Οι αρνητικές σκέψεις και τα αρνητικά συναισθήματά μου αλλοιώνουν τον τρόπο που βλέπω τη ζωή και το μέλλον. Είναι πιθανότερο να πάρω εσφαλμένες αποφάσεις, να κάνω σπασμωδικές ενέργειες ή να κολλήσω σε έμμονες ιδέες.
Όταν συγχωρώ:
-Δείχνω στον εαυτό μου (πιθανώς και στους άλλους) ότι είμαι τόσο δυνατός ώστε να ξεπεράσω την κακή συμπεριφορά του άλλου.
-Απελευθερώνομαι από τα βάρη και τις εκκρεμότητες του παρελθόντος.
-Αφήνω το παρελθόν στο παρελθόν και ζω το παρόν.
-Διδάσκομαι από τα άσχημα πράγματα που μου συμβαίνουν και γίνομαι έτσι πιο δυνατός και πιο σοφός.
-Λειτουργώ με μεγαλύτερη ανθρωπιά, αποδεχόμενος τους ανθρώπινους περιορισμούς (του άλλου και τους δικούς μου).
-Δίνω την ευκαιρία στον εαυτό μου να θυμάται και τα θετικά (όχι μόνο τα αρνητικά) του παρελθόντος μου και έτσι νιώθω καλύτερα στο παρόν.
Η προσφορά: το καλύτερο φάρμακο
Η προσφορά στον συνάνθρωπο δεν είναι απλώς μια επιταγή της θρησκείας μας – είναι ένα αληθινό φάρμακο που μας ευεργετεί ποικιλοτρόπως. Πολλές έρευνες τις τελευταίες δεκαετίες καταδεικνύουν την τεράστια αξία της προσφοράς γενικά και ειδικότερα του εθελοντισμού στην ψυχική και σωματική υγεία.
Συνοψίζοντας τα αποτελέσματα πολλών ερευνών για την επίδραση του εθελοντισμού στην υγεία οι Γουίλσον και Μούσικ του Πανεπιστημίου του Ντιουκ καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι ο εθελοντισμός μειώνει τα προβλήματα υγείας και απομακρύνει την πιθανότητα θανάτου επειδή: ενισχύει την αυτοεκτίμηση, δημιουργεί την αίσθηση ότι είναι κανείς χρήσιμος και αποτελεσματικός, και τονώνει τους κοινωνικούς δεσμούς. Όλοι αυτοί οι παράγοντες βοηθούν το άτομο που προσφέρει να νιώθει καλύτερα και ρίχνουν το επίπεδο του στρες, πράγμα που ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα και συμβάλλει έτσι σε καλύτερη υγεία.
Μια άλλη πρόσφατη έρευνα διεξήχθη από την δρα Φαΐζα Ταμπάσουμ και τους συνεργάτες της στο Πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον. Οι ερευνητές αυτοί, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό “British Medical Journal Open”, ανέλυσαν στοιχεία για πάνω από 66.300 άτομα, εκ των οποίων το ένα πέμπτο (21%) συμμετείχε τακτικά ή περιστασιακά σε κάποια εθελοντική δράση.
Το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξαν ήταν ότι άσχετα με την ηλικία, το μορφωτικό επίπεδο, την οικογενειακή κατάστασή τους ή το εισόδημά τους, όσοι έκαναν εθελοντισμό, είχαν μεγαλύτερη ψυχική/συναισθηματική ικανοποίηση σε σχέση με τους συνομηλίκους τους που δεν έκαναν κάτι ανάλογο. Όσο πιο συχνά έκανε κάποιος εθελοντισμό, τόσο πιο καλά ένιωθε, ενώ αντίθετα το χειρότερο «σκορ» ψυχικής ικανοποίησης είχαν όσοι δεν είχαν κάνει ποτέ εθελοντισμό.
Οι ερευνητές σχολιάζουν ότι όσοι προσφέρουν εθελοντική εργασία, συχνά έχουν μεγαλύτερο δίκτυο φιλικών και κοινωνικών επαφών, αλλά επίσης μεγαλύτερο «πρεστίζ» και επιρροή στον περίγυρό τους, ενώ αισθάνονται ότι έχουν κι ένα σκοπό στη ζωή τους. Γι’ αυτό άλλωστε ο εθελοντισμός βοηθάει πολύ και τα πιο ηλικιωμένα άτομα να νιώσουν καλύτερα και να έχουν καλύτερη υγεία.
Όταν προσφέρω:
•Η καθημερινότητά μου έχει κάποιο νόημα.
•Νιώθω χρήσιμος
•Νιώθω ότι είμαι σε αρκετά καλή θέση σε σχέση με κάποιον άλλο.
•Νιώθω ότι είμαι ενεργητικός και επηρεάζω το περιβάλλον μου.
•Κάνω γνωριμίες και νέους φίλους
•Αφήνω λίγο στην άκρη τα δικά μου προβλήματα και ασχολούμαι με κάποιον άλλο.
•Προσφέρω στον εαυτό μου μια πιο γεμάτη ζωή.
Φέτος λοιπόν ας κάνουμε στον εαυτό μας αυτά τα δύο μεγάλα δώρα: ας βγάλουμε από τη ζωή μας εκείνους που μας έβλαψαν και ας βάλουμε στη ζωή μας εκείνους που μας χρειάζονται. Η ζωή μας έτσι θα είναι πολύ πιο ικανοποιητική και η υγεία μας (ψυχική και σωματική) πολύ καλύτερη. Και ας μην το κάνουμε αυτό μόνο τα Χριστούγεννα γιατί έτσι «πρέπει» – ας το κάνουμε όλο το χρόνο γιατί μας κάνει καλό! Σε όλους μας κάνει καλό!